Η σημασία της μάχης των Θερμοπυλών στην αρχαία εποχή
«Ποιος από τους μεταγενέστερους» γράφει ο Διόδωρος ο
Σικελιώτης (ΙΑ’, 11, 2) σχολιάζοντας τη θυσία των 300 Σπαρτιατών στις
Θερμοπύλες, «δεν θα ζηλέψει την παλικαριά αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι,
καθώς βρέθηκαν στην αρπάγη μιας συντριπτικά υπέρτερης καταστάσεως,
σωματικά υπέκυψαν, έμειναν όμως αήττητοι στην ψυχή. Γι’ αυτό, μόνο αυτοί
από όλη την ιστορία αναφέρονται». Αυτή η ηθική νίκη έδωσε το κουράγιο
στους Έλληνες να συντρίψουν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές
και να απομακρύνουν τον θανάσιμο κίνδυνο από την πατρίδα τους.
Οι Έλληνες εκείνης της εποχής κατανόησαν ήδη από τότε τη βαρύνουσα σημασία της θυσίας των ομοεθνών τους στις Θερμοπύλες.
Στους τάφους των νεκρών πολεμιστών χαράχτηκαν τρία επιγράμματα του
λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου. Ο τελευταίος, επίσης, προέβη σε άλλο
κείμενό του στην αξιολόγηση των νεκρών πολεμιστών: «Το μαύρο σύννεφο του
θανάτου τους βρήκε, όμως αυτοί δεν θα πεθάνουν, αν και νεκροί, αφού η
δόξα της αρετής τους επάνω θα τους ανεβάζει από τα δώματα του Αδη».
Η τοποθεσία της μάχης, έγινε σημείο αναφοράς για τον αρχαίο
ελληνικό κόσμο. Στις Θερμοπύλες ανεγέρθη, λίγο μετά τη μάχη ένας
πέτρινος λέων, ως μια έντεχνη υπόμνηση του ονόματος του νεκρού Σπαρτιάτη
βασιλιά. Περί το 440 π.Χ. τα λείψανα του Λεωνίδα μεταφέρθηκαν στη
Σπάρτη. Η ιδιαίτερη τιμητική ταφή χαρακτηρίστηκε υπερβολική από τον
Ηρόδοτο. Ωστόσο, ήταν ανάγκη εκείνη την περίοδο για τη σπαρτιατική
πολιτεία να επαναβεβαιώσει τον ρόλο της ως υπερασπιστή της ανεξαρτησίας
των Ελλήνων. Ήταν η εποχή που ανέβαινε δυναμικά η Αθήνα και αναλάμβανε
ηγετικό ρόλο στον αντιπερσικό αγώνα. Όσο οδεύουμε προς τον
Πελοποννησιακό Πόλεμο η αντίληψη αυτή των Σπαρτιατών αρχίζει να αλλάζει.
Ο περσικός κίνδυνος πλέον φαίνεται μακρινός.
Ο νέος εχθρός για την ανεξαρτησία των ελληνικών πόλεων
ενσαρκώνεται στις επεκτατικές διαθέσεις της αθηναϊκής δημοκρατίας. Χρέος
λοιπόν της Σπάρτης είναι να προστατέψει τις ελληνικές πόλεις όπως
έπραξαν τότε οι υπερασπιστές των Θερμοπυλών. Το παράδειγμα των
Θερμοπυλών ήταν τόσο επιβλητικό, ώστε χρησίμευε και ως αφορμή επίκλησης
για ηρωική στάση ακόμη και στους Αθηναίους ρήτορες. Έτσι, ο Λυσίας
υπενθυμίζει την γενναία στάση της Σπάρτης κατά τη διάρκεια των Περσικών
Πολέμων, περισσότερο όμως για να επιτιμήσει στη συνέχεια τη
φιλοτυρρανική εξωτερική της πολιτική. Τον 4ο αι. π.Χ. ο Λυκούργος, ο
οποίος ανήκε στην αντιμακεδονική παράταξη, αναφέρει τις Θερμοπύλες ως
παράδειγμα ηρωικής αρετής (Κατά Λεωκράτους 106-7, 128-30).
Θεωρεί, μάλιστα, ότι οι Αθηναίοι όφειλαν να διαπνέονται από
ίδιο πνεύμα και να αντιταχθούν στη μακεδονική επέκταση προς τη νότιο
Ελλάδα. Ακόμα και ο ίδιος ο Μέγας Αλέξανδρος συνέβαλε στη διαιώνιση της
ανάμνησης των Θερμοπυλών, σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς. Ύστερα από
τη νίκη εναντίον των Περσών στο Γρανικό ποταμό, έδωσε εντολή να σταλούν
στην Αθήνα 300 περσικές πανοπλίες ως λάφυρα. Επέμεινε να αφιερωθούν στον
ναό της Αθηνάς στην Ακρόπολη, συνοδευόμενες από την γνωστή επιγραφή:
«Αλέξανδρος, ο γιός του Φιλίππου,
και οι λοιποί Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων, από τους βαρβάρους που
κατοικούν στην Ασία. Πράγματι την εποχή εκείνη οι Σπαρτιάτες διακρίθηκαν
μόνο δια της απουσίας τους από την πανελλήνια εκστρατεία εναντίον της
Περσίας. Πόσο διαφορετικά ήταν όλα το 480 π.Χ όταν οι Σπαρτιάτες ήταν οι
αναγνωρισμένοι ηγέτες των Ελλήνων στην προσπάθεια αναχαίτισης του
Ξέρξη. Αυτή ακριβώς την τεράστια διαφορά του τότε με το τώρα θέλησε να
υπογραμμίσει ο Αλέξανδρος αφιερώνοντας 300 πανοπλίες. Ήταν σαν να έλεγε
στους συγχρόνους του Σπαρτιάτες: «αυτές για τους 300 των Θερμοπυλών, από
τους οποίους υπολείπεστε πολύ σε γενναιότητα».
Κατά την ελληνιστική περίοδο οι Σπαρτιάτες ανήγειραν ένα
μόνιμο ιερό-ηρώο στην πόλη τους, το ονομαζόμενο Λεωνίδειο. Παράλληλα,
καθιέρωσαν ετήσιες εορτές προς τιμήν του, τα Λεωνίδαια. Η διάρκεια αυτών
των εορτών, όμως πιθανότατα ατόνησε κατά τη φάση παρακμής της Σπάρτης,
την ύστερη ελληνιστική εποχή. Η θυσία του βασιλιά Λεωνίδα και των
πολεμιστών του και η αίγλη που την περιέβαλε αποτέλεσε ισχυρότατο
κίνητρο ώστε, όχι μόνο ιδιώτες, αλλά και κοινότητες να εφευρίσκουν
συγγενικούς δεσμούς με την πολιτεία του Ευρώτα σε μια προσπάθεια να
πετύχουν αναγνώριση και αποδοχή. Έτσι έγινε και στις αρχές του 3ου αιώνα
π.Χ., ο τότε Μέγας Αρχιερέας της Ιερουσαλήμ ισχυρίστηκε ότι είχαν κοινή
καταγωγή οι Εβραίοι και οι Σπαρτιάτες από τον Αβραάμ και τον Μωυσή.
Ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αρεύς ανταποκρίθηκε
– έτσι τουλάχιστον ισχυρίζεται το κείμενο των Μακκαβαίων-θετικά στους
εβραϊκούς ισχυρισμούς. Σύμφωνα με τον Πολ Κάρτλεζ, καθηγητή ελληνικής
ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, αυτή ήταν μια μέθοδος των
Εβραίων για να βρουν μια θέση συμβολικά μέσα στην τάξη του ελληνιστικού
κόσμου και πιο πρακτικά, να αποκτήσουν έναν πιθανό σύμμαχο (δηλαδή τον
βασιλιά Αρεα) ενάντια στις καταχρήσεις των επιθετικών ντόπιων μοναρχών
του οίκου των Σελευκιδών.
news247.gr Νίκος Γιαννόπουλος ιστορικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου